ΜΟΝΑΞΙΑ
Παρεξηγείτε συχνά την έννοια της μοναξιάς και μου χτυπάτε τη πόρτα χωρίς να έχετε αυτό που θέλω.
Ζίζος Β.
Ζίζος Β.
ΣΤΟΧΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΣΩΜΑ
Αυτό το σώμα δεν μου ανήκει. Κανένα σώμα δεν ανήκει στον κάτοχό του παρά μόνο στον εξουσιαστή του. Έτσι και το δικό μου, ανήκει διαχρονικά σ’ αυτόν που με εξουσιάζει. Στην αρχή ανήκε στους συντηρητικούς γονείς μου, που κι αν δεν ήταν συντηρητικοί, πάλι θα τους ανήκε. Πιστέψτε με, ξεπέρασα πολλές φορές τα όρια και αρκετές απ’ αυτές με λάθος τρόπο, για να εξουδετερώσω τον ζυγό τους. Ακόμα και σήμερα, έστω και μυστικά, επιμένουν να πιστεύουν ότι το σώμα μου τους ανήκει. Στη συνέχεια επί της αρχής διαπίστωσα πως το σώμα μου απέκτησε κι άλλους εξουσιαστές. Πρώτα ήρθε ο απεσταλμένος κάποιας θρησκείας, ύστερα ο σχολικός μου εγκλεισμός, οι κοινωνικές-ερωτικές σχέσεις και λίγο αργότερα μου ζήτησαν να αποδείξω έμπρακτα πια την υποταγή μου στον ανώτερο τους ιεραρχικά και μεγαλύτερο μας εξουσιαστή, το κράτος. Όλα αυτά με την σύμφωνη γνώμη πάντα των αρχικών προκατόχων του σώματος μου. Όλοι αυτοί που κατά καιρούς κρατούσαν αιχμάλωτο το σώμα μου, προσπαθούσαν να αιχμαλωτίσουν το μυαλό και τη ψυχή μου. Έτσι γίνονταν πριν δημιουργηθώ κι έτσι θα γίνεται τουλάχιστον μέχρι να καταστραφώ. Υπάρχει ένα διαρκές, αέναο σύστημα που γιγαντώνεται, που γεννά νέους τρόπους και μεθόδους για να αποκτά τον έλεγχο των σωμάτων των ανθρώπων. Όσους γνωρίζω γαλουχήθηκαν με τις ίδιες μεθόδους. Μας φύτεψαν στο μυαλό εγγραφές για την ανωτερότητα του δικού μας θεού, για την ανωτερότητα της δικής μας φυλής, για την ανωτερότητα του ανδρικού φύλου, για την ετεροσεξουαλική μας συμπεριφορά με μόνιμη επίκληση στο συναίσθημα. Μας οδήγησαν σε ένα φαύλο κοινωνικό κύκλο τυποποίησης των συμπεριφορών, καθωσπρεπισμού, αποστείρωσης της σκέψης, αναπαραγωγής στερεοτύπων και καθοδηγούμενων επιθυμιών ή παθών. «Στόχος είναι το μυαλό», είπε η Κατερίνα. Στόχος είναι τα σώματα μας, λέω εγώ. Το μυαλό το κατακτούν από τη πρώτη μέρα της ύπαρξης μας. Σφυρηλατούν προσωπικότητες που θα τους υπηρετήσουν. Σφυρηλατούν ακόμα και τη πολιτική τους «αντίδραση», βυθίζοντας τες σε ρόλους παθητικούς, απολίτικους, ατομικιστικούς. Προσωπικότητες που με κάθε τρόπο λειτουργούν συνειδητά ή υποσυνείδητα, εκούσια ή καταναγκαστικά, για το συμφέρον και την ενεργό υποστήριξη μιας εξουσιαστικής τάξης πραγμάτων. Οι εγγεγραμμένες εντολές στο υποσυνείδητο των ανθρώπων μέσω της «παραδοσιακής οικογένειας», της θρησκείας, της φυλής, της εκπαίδευσης, της τάξης κοκ. δημιουργούν και διαμορφώνουν ένα σύστημα αξιών που ορίζει τη γκάμα των ιεραρχικά δομημένων κοινωνικών σχέσεων: το κοινωνικό φύλο, την (αν)ικανότητα ανάμεσα στα φύλα, την σεξουαλικότητα, την ηλικιακή (αν)ικανότητα και όλες τις υπόλοιπες κοινοτοπίες-ανισότητες μιας πειθαρχικής κοινωνίας. Στόχος είναι η κοινωνική μας σάρκα. Σήμερα το σώμα μου ανήκει σε έναν ακόμα εξουσιαστή, τον εργοδότη μου. Όπως και το δικό μου σώμα, έτσι και του εργοδότη μου, ανήκει στο κράτος. Στη μεταξύ μας σχέση όμως το δικό του δεν μου ανήκει. Το δικό μου του το παραδίδω κάθε πρωί με αντάλλαγμα μερικά ή αρκετά χρήματα έτσι ώστε να ικανοποιώ τις «ανάγκες» μου, να τρέφομαι, να επιβιώνω, να είμαι νόμιμος απέναντι στις φορολογικές ή τις τραπεζικές μου υποχρεώσεις. Μερικές φορές το χρόνο οι εξουσιαστές μου μου δίνουν άδεια για διακοπές. Με τον όρο αυτό εννοούν ότι το σώμα μου, θα μου ανήκει για όσο καιρό θα διαρκέσει η άδεια. Φαινομενικά τουλάχιστον, γιατί ουσιαστικά επιθυμούν να το ξεκουράσω για να τους το παραδώσω έτοιμο ξανά προς χρήση. Όλοι αυτοί που κατά καιρούς κρατούν αιχμάλωτο το σώμα μου, πασχίζουν να αιχμαλωτίσουν το μυαλό και τη ψυχή μου. Τους υποσχέθηκα πως δεν θα τα καταφέρουν. Είναι ανάγκη να αποδείξουμε (πρώτα στους εαυτούς μας) πως δεν είμαστε μόνο σώματα. Είναι ανάγκη να καταστρέψουμε το πλέγμα των ταυτοτήτων που μας ζητούν τόσο οι καταπιεζόμενοι, όσο κι οι καταπιεστές.
Ζίζος Β.
Επεξεργασία: Ζαραστούκας
ΠΕΡΙ ΕΡΩΤΟΣ ΤΟ ΕΓΚΩΜΙΟΝ
I.
Οι έρωτες…
Είναι αναλαμπές γύρω απ’ τον θόλο της ζωής.
Διάττοντες αστέρες που έζησαν και πέθαναν το ίδιο ακαριαία.
Σαν τις μεγάλες στιγμές της ανθρωπότητας.
II.
Πραγματικότητες – είδωλα της ψευδαίσθησης.
Φυτεμένη αίσθηση της ανάγκης για θέαμα – ένα κουτί παυσίπονα.
Καταλήγουν μαχαιρωμένοι στον λαβύρινθο των σχέσεων
έχοντας στήσει ένα τοτέμ ματαιοτήτων.
III.
Μερικές φορές είπα σ’ αγαπώ,
λιγότερες το εννόησα.
Πάντοτε απέναντι μου θνητές ασυμβατότητες.
Κάθε φορά ξυπνούσα το κτήνος μέσα τους
κι εκείνο με κοίταγε βαθιά στα μάτια
έτοιμο να με κατασπαράξει.
Τώρα ξέρω γιατί εκτιμούν φιγούρες,
εικόνες, είδωλα κι αγάλματα οι άνθρωποι.
Έρωτας σημαίνει κατάκτηση, αλλοτρίωση, διαφθορά.
Ύστερα ο χρόνος μετρά αντίστροφα
έτσι κάθε νέα κατάκτηση βασίζεται στην παρακμή μιας προγενέστερης.
IV.
Ήμουν τυχερός που βρέθηκα ανάμεσα στην ομήγυρη. Εκείνο το βράδυ είχε γίνει σκνίπα απ’ το πιοτό. Η μια κουβέντα έφερνε την άλλη ώσπου η στιγμή που θα μέναμε όλοι εμβρόντητοι, δεν θ’ αργούσε. «Άντε γαμήσου χαμούρα» της είπε καθώς τινάχτηκε για να φύγει απ’ το τραπέζι. «Να πας να πνιγείς μπεκρούλιακα» του απάντησε σχεδόν ατάραχη. Ειλικρινής έρωτας είναι μόνον ο έρωτας για ειλικρίνεια. Τα περαιτέρω είναι ωμός συμβιβασμός.
VI.
Ποιητές της επανάληψης
χιλιοειπωμένα λόγια αγάπης
αμέτρητοι συρμοί, φορτία αβάστακτου πόνου
λούζει τα δακρύβρεχτα σας λόγια.
Μονίμως αφιερωμένα σ’ αυτό που μπαίνει.
Γι’ αυτό που βγαίνει δεν τόλμησε κανείς.
Σκατά έρωτες.
Ζίζος Β.
ΑΠΟΨΕ
Απόψε
Λέω να αναστατώσουμε τ’ αστέρια απόψε
Να τσακίσουμε τη ραχοκοκαλιά της ηθικής τους
Να σκίσουμε τις σάρκες του ορθολογισμού
Να γκρεμίσουμε τα τοίχοι των πολυεθνικών
Να γλιστρήσουμε όπως ο θάνατος
Στα σκοτεινά της πόλης στενά
Όπως το δάκρυ των αναμνήσεων
Κι ύστερα
Να κατέλθουμε στο επίπεδο των ζώων
Των φυτών
Των βράχων
Για να κατανοήσουμε την αρμονία
Για να κατανοήσουμε την αρμονία
Ζίζος Β.
Ζίζος Β.
ΑΥΤΟΚΟΛΛΗΤΑ ΖΩΝΗΣ Ε’ (περιόδου 2014-15)
Glenshire
ΧΩΡΙΣ ΠΡΟΟΡΙΣΜΟ
Δεν γουστάρω αυτούς που μιλάνε για θάνατο χωρίς να έχουν πεθάνει έστω και μια φορά.
Δεν γουστάρω αυτούς που μιλάνε για τρέλα χωρίς να έχουν τρελαθεί
ούτε κι αυτούς που επιμένουν να τρελαθούν.
Δεν γουστάρω αυτούς που μιλάνε για αντίσταση χωρίς οι ίδιοι να μπορούν να αντισταθούν στην επιβολή του εγώ τους
ούτε αυτούς που θυσιάζουν ζωτικής σημασίας αιτίες για ελευθερία.
Δεν γουστάρω αυτούς που μιλάνε για την ανατολή κοιτώντας τη δύση
ούτε αυτούς που μιλάνε για πολέμους δίχως να ξέρουν πως είναι να σκοτώνεις
ή αυτούς που γαμάνε και πληρώνουν και περνάνε ωραία
κι αυτούς που μίλησαν για θεούς σ’ αυτόν τον κόσμο,
δεν τους γουστάρω.
Όσους φοβήθηκαν τον ίσκιο τους και βολεύτηκαν με τις σκιές τους
κι όσους ξεθαρρεύουν με στιγμιαίες αποδράσεις,
όσους γίνονται κομμάτι της ψευδαίσθησης.
Την ακατάσχετη φλυαρία των θεωρητικών που αυτοκαταδικάστηκαν σε απραξία
πολύ περισσότερο τους κόλακες τριγύρω τους.
Είναι αυτοί που ανακατεύουν τις πιο ταπεινές μου σκέψεις για να πήξουν ή να κάνουν αφρό.
Δεν τους γουστάρω.
Δεν γουστάρω τις τσιμεντένιες κουφάλες των πόλεων,
κρύβουν τους ανελκυστήρες στα εντόσθια τους
κι οι ζωές ανεβοκατεβαίνουν άχαρα τα πατώματα.
Δεν γουστάρω τα ταξίδια, τις βαλίτσες, τις πακεταρισμένες μιζέριες με ροδάκια, τους ταξιδιώτες που φεύγουν για να κάνουν διακοπές
διακόπτες είναι, μια μέρα θα χαλάσουν και θ’ αντικατασταθούν.
Χωρίς να καταλάβουν ότι ταξίδι είναι η ίδια η ζωή
μα η δική τους είναι περιορισμένη, βαρετή.
Όλοι αυτοί προσπαθούν να σε πείσουν μπας και οι ίδιοι πειστούν
κι εγώ σηκώνω τους ώμους σα να μη ξέρω τίποτα.
Εγώ ζω χωρίς προορισμό, χωρίς κανένα περιορισμό.
Zίζος Β.
ΦΩΣ
Καίγομαι.
Γίνομαι ένα με τις στάχτες της καταστροφής και ‘κει μέσα προσμένω να γεννηθώ.
Τραβώ τους φλοιούς από το σώμα μου, ξηλώνω τις ζωγραφιές των παιδιών που κάποτε ζούσαν ολόγυρα μου.
Μπορείς να ξεχάσεις τα ξεθωριασμένα μου φύλλα,
μα δε μπορείς να ξεχάσεις πόσο πολύ αγαπήθηκες
κι είναι το ασταμάτητο γέλιο μου που σ’ εκνευρίζει.
Τούτες τις στιγμές δεν μας αρμόζει να λυπόμαστε.
Εκμηδενίζω τον κοσμικό χρόνο, απελευθερώνομαι.
Μη φοβάσαι, είναι φως.
Ζίζος Β.
ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΝ ΠΑΙΔΙΚΟ ΜΟΥ ΦΙΛΟ (Μέρος Τρίτο)
«Πονάω κάθε που η εποχή αλλάζει…
Είναι πολλά τα τραύματα βλέπεις»
Βλέπω
και το χειρότερο
Τ΄ ακούω
Ακούω κάθε σου τραύμα
Κάθε σου πληγή
Κάθε σου σημάδι
Κάθε σταγόνα από τα δάκρυα
Τ΄ ακούω να σκούζουν νυχτιές ολόκληρες
Να ουρλιάζουν απαρηγόρητα
Να πνίγονται ενώ σε πνίγουν
Ακούω τον χαμό τους
Την απόκοσμη οδύνη τους
Το μαύρο τους χρώμα-Κι αυτό τ΄ ακούω
Το μαύρο τους χρώμα
Τι όμορφο Ρέκβιεμ…
Αυτές οι νύχτες δεν έχουν τελειωμό
Τα λεπτά μοιάζουν με ώρες
Οι ώρες γίνονται μέρες
Οι μέρες μήνες
Κι οι μήνες μοιάζουν με χρόνια αμέτρητα
Μέχρι το επόμενο πετάρισμα των ματιών
Παύση
Όλα δεν ήταν παρά μια στιγμή
Μια στιγμή στο απόψε
Στο τώρα
Κι η νύχτα μπροστά σου ατέλειωτη
Φαντάζει σαν Κόλαση
Μια Κόλαση γεμάτη από τέτοιες στιγμές
Κι από τις αναπόφευκτες αλληλουχίες τους
Μια Κόλαση ολόκληρη δική σου
Αυτές οι νύχτες δεν έχουν τελειωμό
Ούτε η θλίψη έχει
Κρατά τον χρόνο στα χέρια της
Το εργαλείο του αναπάντεχου βασανισμού σου
Ο χρόνος
Το αδιέξοδο
Η αίσθηση του
Στο σκοτάδι
Ένας μηχανικός ήχος σε συντροφεύει
Σταθερός ήχος
Ακριβέστατος
Επαναλαμβανόμενος
Αυστηρά στον ίδιο τόνο
Με τον ίδιο αμείλικτο ρυθμό
Άλλοτε έρχεται από τα πέρατα της γης
Άλλοτε είναι δίπλα στο προσκέφαλο σου
Κι άλλοτε μες στο κεφάλι σου υπάρχει μόνο
Στην αρχή εκνευριστικός
Ενοχλητικός στη συνέχεια
Ανυπόφορος λίγο αργότερα
Ώσπου οξύς κι εκκωφαντικός
Εκδικητικός κι αδυσώπητος
Σε βυθίζει στην ανασφάλεια
Σου πιέζει το μυαλό
Κάνει τη καρδιά σου να σπάσει
Μα η ακρίβεια του ανελέητη
Παλεύει με τη ψυχή σου
Είναι ο ήχος της στέρησης
Μηχανικός-μοναχικός
Όπως και συ
Ένα παλιό ρολόι
Ο ήχος της παράνοιας
Αυτές οι νύχτες δεν έχουν τελειωμό
Μα έχουν αφετηρία
Γυρνούν πάντα σε σένα
Υπάρχουν για σένα
Ζουν από σένα
Πάντα σε σένα θα καταλήγουν
Το φως ξεπροβάλει δειλά
Μυρίζεις την αυγή που έρχεται
Σε παίρνει στην αγκαλιά της
Η ψύχρα της
Μόνο αυτή σε ηρεμεί
Αφήνεσαι στα αγγίγματα της
Στα στοργικά της χάδια παραδίνεσαι
Η ψύχρα της
Η μητέρα σου
Απλώνεται παντού
Κατάκοπος γέρνεις στο προσκεφάλι σου
Αυτές οι νύχτες δεν έχουν τελειωμό
Είναι θανατικές
Μια τέτοια νύχτα ήταν κι η αποψινή
Υπομονή φίλε μου
Υπομονή
Ζίζος Β.
ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΝ ΠΑΙΔΙΚΟ ΜΟΥ ΦΙΛΟ (Μέρος Δεύτερο)
Γυρνούσες άσκοπα
Άλλοτε γελώντας κι άλλοτε ρεμβάζοντας
Γευόσουν τα χρώματα
Δεν είχες προορισμό
Πάντα ονειροπόλος
Πάντα το ίδιο τρελός
Μια μέρα έφτασες στη Βαβυλώνα
Έξω απ΄ τα ψηλά της τείχη, στάθηκες μαγεμένος
Πέρασες την υπέρλαμπρη πύλη της
Περπάτησες
Έτρεξες
Βρήκες επιτέλους έναν κόσμο διαφορετικό
Έτσι νόμιζες
Τυφλωμένος από την ίδια σου την ορμή
Μπλέχτηκες με τους βέβαιους και τους απόλυτους
Με ρήτορες που εξιδανικεύουν το ενδιάμεσο
Η πειθώ τους υποτάσσει την απλότητα
Η διαλεκτική τους δεινότητα λυγίζει το αυθεντικό
Το γόνιμο, το ουσιώδες, το δίκαιο
Αυτοί αγιάζουν τα μέσα
Οι ίδιοι σφαγιάζουν το συναίσθημα
Αποστηθίζουν εδάφια, κεφάλαια και τόμους
Τρώνε λαίμαργα τις λέξεις χωρίς να τις νιώθουν
Κατακρεουργούν τη δημιουργία
Τα αστραφτερά τους δόντια δολοφονούν
Τα δικά σου σάπια εκ γενετής
Δεν κάνουν γι΄ αυτή τη δουλειά
Αυτοί είναι φονιάδες με πτυχία και βραβεύσεις
Στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα γαλουχήθηκαν οι δυνάστες
Εκεί εκκολάπτονται τα νεότερα θηρία
Οι αυθεντίες που δε σταματούν να σου μιλούν
Να πασπαλίζουν με σάλια τ΄ αυτιά σου
Απορείς γιατί δε σ΄ ακούν
Απορείς γιατί δεν ακούν την σιωπή σου
Το απόκοσμο ουρλιαχτό σου
Με την σιωπή σου δολοφονούν την αλήθεια
Μπροστά στα μάτια σου
Την καταπίνουν διαμελισμένη με το ουρλιαχτό σου
Μέσα στα μάτια σου
Ρεύονται τον επιθανάτιο ρόγχο της
Κι ύστερα αφοδεύουν το κενό, το μηδέν, το τίποτα
Ώστε ορθώς ορίζουν μηδέν το όνομα τους
Αυτοανακηρύσσονται επαΐοντες οι δαίμονες με τα αγγελικά προσωπεία
Πόσο αστείοι δείχνουν;
Ποια μάσκα μπορεί να κρύψει το κεφάλι της Μέδουσας;
Οι αριθμομνήμονες δεν μπόρεσαν να σε πείσουν
Πως να σε πείσουν;
Εσύ αναρωτιόσουν αν ποτέ υπήρξες στ΄ αλήθεια
Δεν συμφώνησες
Δεν υπέκυψες
Δεν ασπάστηκες
Δεν έσκυψες
κι έπρεπε να υποστείς τις συνέπειες
Σου έφτιαξαν ένα γαλβανισμένο περίβλημα από κατηγορίες
Στο φόρεσαν
Αβυσσώδες το μέσα μας, είπες
Σε πέταξαν σ΄ ένα υγρό κελί
Σ΄ έκλεισαν από τον κόσμο έξω
Απομόνωση
Τους ακούς που ψιθυρίζουν;
Λένε πως ξέχασες να μεγαλώσεις
Μα δεν θα μπορέσουν ποτέ να πουν
Πως υπήρξες ανειλικρινής
Προσεκτικός ή άβουλος
Εκδικητικός, σοβαροφανής ή αβροδίαιτος
Γιατί αυτό το παιδί δεν θα ήσουν εσύ
Τώρα μονολογείς
Λες πως θ΄ αντέξεις
Ελπίζεις
Ελπίζεις πως θ΄ αντέξεις
Θ΄ αντέξεις;
Πέφτεις ξανά απ΄ το κακό των άλλων
Πόσο απ΄ το κακό τους κουβαλάς;
Γίνεσαι σφουγγάρι και δεν μιλάς
Τα παίρνεις όλα επάνω σου
Λες πως θα τα καταφέρεις
Και συγχωρείς
Συγχωρείς;
Ποιον συγχωρείς;
Τον εαυτό σου δεν τον συγχώρησες ποτέ
Πως δέχεσαι να ζεματούν τα μάτια σου;
Πες μου πως;
Πως βρέθηκες πάλι εδώ;
Μέχρι πριν λίγο ξεφάντωνες
Γελούσες ασταμάτητα
Μη γιορτάζεις σου είπα
Δες πιο καθαρά
Όλα είναι μια μάχη
Με βούτηξες απ’ τον λαιμό, λυσσασμένος, εθελότυφλος
«Ο χρόνος είναι ένας μικρός σκανταλιάρης νάνος
Κακοντυμένος κλόουν με απαίσιο μακιγιάζ…»
Νόμιζες πως με τρόμαζε η ανεξήγητη χαρά σου
Κακώς!
Η χαρά σου ήταν εξηγήσιμη
Η αφέλεια σου δεν ήταν
Αυτή με τρόμαζε
Τώρα θρηνείς
Μα εγώ γιορτάζω που θρηνείς
Γιατί ξέρω πως θ΄ αντέξεις
Θ΄ αντέξεις να επιμένεις
Να ονειρεύεσαι
Να υπομένεις
Να εμπιστεύεσαι
Θ΄ αντέξεις
Θα ξεκινήσεις απ΄ την αρχή
Με πείσμα και πάθος
Με λαχτάρα και δύναμη
Ξανά απ΄ την αρχή
Ξανά με την ίδια ελπίδα
Κι ίσως πια να έχεις μεγαλώσει
Κι ίσως πια τα λάθη σου, να γίνουν οδηγός.
Ζίζος Β.
ΨΥΧΡΑΙΜΙΑ
Ψυχραιμία δεν ήρθε ακόμα η ώρα.
Μα κι αν έρθει πώς θα το καταλάβω;
Θα το δεις στα μάτια, θα το ακούσεις στο δρόμο.Θα το μυρίσεις στον αέρα. Θα ΄ναι τότε που όλοι θα σου χαμογελάνε χωρίς να ΄ναι ευτυχισμένοι. Θα ΄ναι τότε που οι καθρέφτες μας θα ενωθούν.
Θα έρθει η ώρα, κάποτε, σου λέω, και ας φαίνεται αιώνες πέρα. Ίσως περάσουν και αιώνες. Ίσως είναι και το επόμενο πρωί. Το ίδιο θα μετράει η δουλειά σου, δε ξεχνάνε οι άνθρωποι.
Ψυχραιμία. Να ακούς.Τα σαθρά, τα τιποτένια, τα ιδιοτελή να τα ακούς.Έτσι θα καταλάβεις. Και να μιλάς. Να ψιθυρίζεις στ΄ αυτιά τα ανοιχτά, να ουρλιάζεις στ΄ αυτιά των κουφών. Το χτες και το σήμερα είναι πλευρές αντίρροπες. Πόσα χτες θα χρειαστούν δε ξέρω. Μα το σήμερα δε πρέπει να ΄ναι ξένο. Πρέπει να το μάθουμε καλά, να το δούμε και να το πούμε και στους άλλους. Πρέπει να το λέμε, να το λέμε, να το λέμε. Μέχρι αύριο.
Β.
ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΝ ΠΑΙΔΙΚΟ ΜΟΥ ΦΙΛΟ
Νομίζω πως μεγάλωσες πια
Όχι, δεν το λέω εγώ
Το λένε οι καταστάσεις
Το ψιθυρίζουν γύρω σου
Δεν ακούς;
Ξέχασες να μεγαλώσεις κι αυτός ο κόσμος
ξέχασε να σε βγάλει απ΄ τη τιμωρία
Πως να καταπιείς το φαρμάκι του;
Πως να ξεγλιστρήσεις από το κακό του;
Και πόσο θ΄ αντέξεις να χτυπάς τη γροθιά σου στο μαχαίρι;
Λες πως θ΄ αντέξεις
Θ΄ αντέξεις
Να επιμένεις
Να ονειρεύεσαι
Να υπομένεις
Να εμπιστεύεσαι
Θ΄ αντέξεις
Και ξεκινάς απ’ την αρχή
Με πείσμα και πάθος
Με λαχτάρα και δύναμη
Κάθε φορά απ΄ την αρχή
Κάθε φορά με την ίδια ελπίδα
Ελπίζεις
Ελπίζεις πως θ΄ αντέξεις
Θ΄ αντέξεις;
Λες πως τίποτα δεν είναι ικανό να σε σταματήσει
Μα να που στην αέναη μάχη με το κακό μέσα σου
πέφτεις απ΄ το κακό των άλλων
Πόσο απ΄ το κακό τους κουβαλάς;
Γίνεσαι σφουγγάρι και δεν μιλάς
Τα παίρνεις όλα επάνω σου
Συγχωρείς
Ποιον συγχωρείς;
Τον εαυτό σου δεν τον συγχώρησες ποτέ
Πως δέχεσαι να ζεματούν τα μάτια σου;
Ξέχασες να μεγαλώσεις σ΄ ένα κόσμο που μεγαλώνει
Κι η κάθε σου μέρα το ξεχνά
Κάθε σου μέρα
Κάθε μέρα
Μια νέα ευκαιρία για παιχνίδι
Για περιπέτεια
Για συγκίνηση
Συν-κίνηση
Για μια γνωριμία με το απροσδόκητο
Το αναπάντεχο
Κι ύστερα η πλάνη γίνεται αυθαιρεσία…
Και γίνεσαι το αγαπημένο παιχνίδι των άλλων
Τρέχεις
Για να προλάβεις
Να προλάβεις να ζήσεις
Να γευτείς
Να νιώσεις
Να μυρίσεις
Ατέλειωτα χιλιόμετρα
Κι ατίθασος ορμάς να γητεύσεις τη ζωή
Μέχρι να σπάσεις τα μούτρα σου στον κόσμο των μεγάλων
Πόσες ουλές θα μαζέψεις;
Παραμορφώθηκες, δεν το βλέπεις;
Γυρνάς κάθε τόσο λαβωμένος
Κουρνιάζεις γλείφοντας τις πληγές σου
Κουλουριάζεσαι
Το σώμα σου γίνεται ξανά μια μπάλα
Τότε είσαι το αγαπημένο παιχνίδι της μοναξιάς
Όλα αυτά στα λέω γιατί σε νοιάζομαι
Δεν θα σε κατακρίνω
Σε αποδέχομαι
Ακόμα κι όταν αρνείσαι ν΄ αποδεχθείς την αλήθεια
Εγώ σε αποδέχομαι όπως είσαι
Ο κόσμος δεν θέλει
Πάψε κι άκου
Ξέχασες να μεγαλώσεις κι αυτός ο κόσμος
ξέχασε να σε βγάλει απ΄ τη τιμωρία
Επιτέλους τελείωνε μ΄ αυτό τ΄ αστείο
Τίποτα δεν είναι αστείο
Πως μπορείς να γελάς όσο τσακίζεσαι;
Οδηγείσαι στο πουθενά
Δεν το βλέπεις;
Εμπιστοσύνη
Καλή πίστη
Υπομονή
Ανοχή
Όχι δεν είναι αρετές
Σε σκεπάζουν σαν ταφόπλακες
Ταφόπλακες είναι
Όχι δεν είναι αρετές
ΟΧΙ
Ξέρεις τι σημαίνει;
Θυμάσαι;
Κομπιάζει η γλώσσα σου
Ασθενής βούληση
Είναι καιρός να μάθεις
Η αρετή πληρώνεται με το νόμισμα της εκδίκησης
Καθ΄ εικόνα και κατ΄ ομοίωση αυτού του κόσμου
Καθ΄ εικόνα και κατ΄ ομοίωση
Έρμαιο στα χέρια τους
Στις δύσοσμες ανάσες της ευτέλειας
Απόλαυση στις ραγισμένες τους ψυχές
Στη μιζέρια τους
Ένα κομμάτι κρέας στα δόντια τους
Στην παρανοϊκή τους φύση
Δες τους πως σε περιμένουν
Τρέχουν τα σάλια στα στήθη
Οι βλέννες τα μόνα τους προσόντα
Αφρίζουν
Θα σε βρουν ξανά
Μυρίζουν τις πληγές που αιμορραγούν
Ξέρουν να βρίσκουν την τροφή τους
Θα σε βρουν ξανά κι αυτή τη φορά θα σε ξεσκίσουν
Θα χώσουν τα νύχια τους βαθιά μέσα στα μάτια σου
Θα πάρουν εκδίκηση
Ένας πολτός από κρέας και κόκαλα
Μια άμορφη μάζα που σε τίποτα δε θα θυμίζει εκείνο το παιδί
Την αφέλεια ή την ανεμελιά του
Μια άμορφη μάζα καθ΄ εικόνα και κατ΄ ομοίωσιν τους
Ποιες μάνες τους έφεραν στο κόσμο;
Άτυχες μάνες που δεν ξερίζωσαν τα σωθικά τους
Πως άντεξαν οι κοιλιές τους να κουβαλούν τόσο δηλητήριο;
Έρχονται για σένα
Ακούω τους συριγμούς των φιδιών που τυλίγουν τα κεφάλια τους
Αναζητούν το θήραμα τους
Ήρθε η ώρα ν΄ αγωνιστείς
Όπως αγωνίζεσαι για τους άλλους
Όπως μοχθείς για τους άλλους
Αυτή τη φορά θ΄ αγωνιστείς για σένα
Καλή τύχη
Ζίζος Β.
Ο Νηστικός Δείπνος-Ζαραστούκας
BrainDamage – Ζαραστούκας
Γιατί σκοτώνεσαι στη δουλειά;- Ζαραστούκας-
“ΠΡΟΣΦΟΡΑ”
Αγόρασα χθες ένα ζευγάρι πέδιλα για χιονοδρομίες που ήταν σε προσφορά. Κοψοχρονιά τα πήρα! Τι κοψοχρονιά δηλαδή, δώρο μου τα κάνανε. Είναι για να χάνονται τέτοιες προσφορές; Γύρισα αμέσως στο σπίτι και τα φόρεσα. Ήταν φανταστικά! Λες κι ήτανε φτιαγμένα ειδικά για την αφεντιά μου! Με χαλβάδιαζα για κάμποση ώρα στον καθρέφτη! Βέβαια δεν ξέρω να κάνω σκι αλλά και τι μ΄ αυτό; Αν κάποτε θελήσω να μάθω να μην τα έχω; Ούτε τον υπόλοιπο εξοπλισμό έχω αλλά κάποια στιγμή όλο και κάτι δε θα βρω σε προσφορά; Η αλήθεια βέβαια είναι ότι δεν μου αρέσει το χιόνι,το σιχαίνομαι. Αυτό όμως δεν λέει και τίποτα γιατί μπορεί να αλλάξω γνώμη μια μέρα. Από την άλλη κι ο γιατρός μου έχει απαγορεύσει τα σπορ λόγω της χονδροπάθειας στα γόνατα, αλλά δεν θα το ξεπεράσω κάποια στιγμή; Καλά με τα δάνεια και τις κάρτες που έχω να ξεπληρώσω δεν με βλέπω να κάνω διακοπές τα επόμενα χρόνια, αλλά κάποτε δεν θα ξεχρεώσω; Αν τελικά παρ΄ όλα αυτά καταφέρω να επισκεφτώ μια χιονοδρομική πίστα για να μάθω σκι και πάνω στο καλύτερο μου σπάσουν δεν θα ΄ναι κρίμα; Αυτό είναι! Αύριο θα πάω ν΄ αγοράσω άλλο ένα ζευγάρι κι άστο να υπάρχει. Τον χώρο μου τρώνε; Όλα κι όλα. Το παν στη ζωή είναι να είσαι προνοητικός!
Ζίζος Β.
“Όρνιθες”
Άνοιξα την πόρτα και μπαίνοντας με συνεπήρε η μυρωδιά ενός όμορφου γεύματος.
Η μητέρα σέρβιρε το ψητό στο τραπέζι. Ήταν ένα καλοψημένο κοτόπουλο… Το χέρι μου έπαιρνε φόρα κρατώντας σφιχτά το πιρούνι
ενώ γαστρικά υγρά άρχισαν να εκκρίνονται στο στομάχι μου.
Ξαφνικά το τραπέζι άρχισε να τρέμει δυνατά!
Το ροδοψημένο αχνιστό κοτόπουλο σηκώθηκε όρθιο και κλωτσώντας τις πατάτες δεξιά κι αριστερά,
έφτασε μπροστά απ΄ την οθόνη της τηλεόρασης και αναφώνησε: «ΚΑΤΑΓΓΕΛΩ ΤΙΣ ΑΘΛΙΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΚΡΑΤΗΣΗΣ, ΔΙΑΜΟΝΗΣ ΚΑΙ ΣΙΤΙΣΗΣ ΣΤΑ ΟΡΝΙΘΟΤΡΟΦΕΙΑ ΜΕΓΑΡΩΝ.
ΟΛΑ ΤΑ ΣΥΝΤΡΟΦΑ ΚΟΤΟΠΟΥΛΑ ΑΓΩΝΙΖΟΜΑΣΤΕ ΓΙΑ ΜΙΑ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΑΙ ΚΑΛΟΥΜΕ ΤΗ ΠΟΛΙΤΕΙΑ
ΝΑ ΑΝΑΒΑΘΜΙΣΕΙ ΤΟΥΣ ΟΡΟΥΣ ΔΙΑΒΙΩΣΗΣ ΣΤΑ ΣΗΜΕΡΙΝΑ ΤΡΙΤΟΚΟΣΜΙΚΑ ΚΟΤΕΤΣΙΑ. ΖΗΤΩ ΤΟ ΠΑΣΧΑ…»
Ζίζος Β.
“Αγανάκτηση και υποταγή”-Ζαραστούκας
“Αναρχισμός”- Ζαραστούκας
“Τα αστραφτερά τους δόντια δολοφονούν
Τα δικά σου σάπια εκ επιλογής
Δεν κάνουν γι΄ αυτή τη δουλειά”
Φοβερό στιχάκι, ελπίζω να αντανακλώ το νόημα.